“Είμαι ένα ρεμάλι, αλλά αγαπώ την Αγάπη”.
Αυτές οι λίγες λέξεις κρύβουν όλη την κοσμοθεωρία του Τζακ Κέρουακ, του συγγραφέα που θεωρείται σαν το σήμα κατατεθέν της λογοτεχνικής γενιάς των Μπίτνικς.
Ο Κέρουακ, ένας ατίθασος νεαρός από το Λόουελ της Μασαχουσέτης στον Καναδά, έφθασε στις αρχές της δεκαετίας του ΄40 στη Νέα Υόρκη, χάρη σε μια αθλητική υποτροφία που κέρδισε για το πανεπιστήμιο Κολούμπια. Η οικογένειά του τον ακολούθησε εκεί ελπίζοντας σε μια καλύτερη τύχη, αλλά τα πράγματα δεν πήγαν καλά, κι έτσι πολύ σύντομα βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση. Ο Τζακ παράτησε το πανεπιστήμιο όταν ο προπονητής αρνήθηκε να του επιτρέψει να παίξει ποδόσφαιρο, ενώ ο πατέρας του από τη μια μέρα στην άλλη βρέθηκε άνεργος. Ο υιός Κέρουακ στην προσπάθειά του να βοηθήσει τους δικούς του σάλπαρε σε εμπορικό πλοίο. Όταν δε βρισκόταν στη θάλασσα τριγυρνούσε στους δρόμους της Νέας Υόρκης με μια παρέα από δημιουργικούς παρίες όπως ο Άλεν Γκίνσμπεργκ, ο Λυσιέν Καρ, ο Ουίλλιαμ Μπάροουζ και ο Νιλ Κάσιντι. Οι πιο πάνω θα γίνονταν στο μέλλον οι πιο γνωστοί από τους εκπροσώπους της Γενιάς των Μπιτ.
Ενώ συνέβαιναν τα πιο πάνω ο Κέρουακ άρχισε ήδη να γράφει το πρώτο του μυθιστόρημα “The town and the city”, το οποίο κυκλοφόρησε μετά από πολλές προσπάθειες του Γκίνσμπεργκ. Χάρη σ' αυτό το βιβλίο κέρδισε την αναγνώριση μερικών λογοτεχνικών κύκλων, αν και δεν είχε γίνει διάσημος. Θα περνούσαν πολλά χρόνια μέχρι να δημοσιεύσει το επόμενό του βιβλίο, το οποίο ήταν το οδοιπορικό - σταθμός στην ιστορία της αμερικανικής λογοτεχνίας, το “On the Road”. Το βιβλίο χρειάστηκε επτά χρόνια μέχρι να βρει εκδότη πρόθυμο να επενδύσει σ' αυτό, κι όταν τελικά κυκλοφόρησε έκανε ολόκληρη την Αμερική να παραληρεί. Από τη μια μέρα στην άλλη ο Κέρουακ έγινε διάσημος, και το βιβλίο του έγινε κάποιου είδους Βίβλος για την ποιητική/ λογοτεχνική γενιά που τότε είχε αρχίσει να κάνει έντονη την εμφάνισή της, τους Μπίτνικς.
Η φήμη που απέκτησε τόσο ξαφνικά έπιασε το συγγραφέα εξ απροόπτου, που φοβούμενος ότι δε θα μπορέσει να αντεπεξέλθει στο μέλλον στις απαιτήσεις του κοινού άρχισε να κάνει διάφορες καταχρήσεις - τόσο αλκοόλ όσο και ναρκωτικών ουσιών -, συνεχίζοντας ωστόσο τις περιπλανήσεις του.
Στο μεταξύ οι κριτικοί λογοτεχνίας επέκριναν με δριμύτητα τα κείμενά του κι εκείνα που αυτά αντιπροσώπευαν, γεγονός που πλήγωνε βαθιά τον Κέρουακ. Η μεγάλη φήμη και η κριτική που του ασκήθηκε στάθηκαν οι αιτίες που τον οδήγησαν προς την καταστροφή. Προτού όμως επέλθει η ολοκληρωτική κατάρρευση πρόλαβε και έγραψε μερικά βιβλία που θα τον εδραίωναν, κατόπιν εορτής και στις συνειδήσεις των διαφόρων επικριτών του: το “Αλήτες του Ντάρμα”, το “Σατόρι στο Παρίσι”, τη “Ματαιοδοξία των Ντιλιόζ”, το “Big Sur” και το μικρό αριστούργημα “Τα Οράματα του Ζεράρ”, μέσα από το οποίο βγαίνει όλη η ευαισθησία και ο λυρισμός του συγγραφέα.
Ο Κέρουακ ήταν στ' αλήθεια ένας μοναχικός θλιμμένος τύπος. Η θλίψη του - θα λέγαμε - άγγιζε τα όρια της μιζέριας. Δεν τον χωρούσε ο κόσμος τούτος, δεν μπορούσε να συμβιβαστεί, γι' αυτό και οδήγησε μόνος τον εαυτό του προς την καταστροφή.
Πέθανε τον Οκτώβρη του 1969 στη Φλώριδα σε ηλικία 47 χρόνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου