Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2010

Αριστοτέλης Βαλαωρίτης

Ο άγνωστος ποιητής

Η ιστορία της λογοτεχνίας έχει τοποθετήσει τον ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη στους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές.. Ωστόσο στις ως τώρα μελέτες και δημοσιεύσεις γίνεται κυρίως λόγος για τα γνωστά και δημοφιλή ποιήματά του. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα η ποίησή του τείνει να παραμερίζεται ιδιαίτερα από τα σχολικά αναλυτικά προγράμματα. Ή αναδίφηση όμως της ποίησης του Βαλαωρίτη φέρνει στο φως κομμάτια λιγότερο γνωστά και ίσως αρκετά ενδιαφέροντα.
Θα σταματήσω την αναφορά μου εδώ αφήνοντας τους ίδιους τους στίχους του ποιητή να εκφραστούν:

Επιθυμία
Πατέρα μου, κοίταξε
εκεί μες στη σούδα
χρυσή πεταλούδα
γυρίζει, πετά

Πατέρα μου, βόηθα με
να μην τηνε χάσω
Θα πάω να την πιάσω
Πώς φεύγει γοργά….

Παιδί μου, θυμήσου το:
του κάκου θα τρέχεις,
φτερά σύ δεν έχεις
κ' εκείνη πετά.

Στον κόσμο που βρίσκεσαι
τρελές χρυσαλίδες
θα να ‘ναι οι ελπίδες,
του κόσμου η ψευτιά

Μην τρέξεις ξοπίσω τους,
γιατί θα δειλιάσεις,
κι εωσού να τες πιάσεις
θα σ' εύρει η νυχτιά

«Πατέρα, την έπιασα
σ' εκειά τα λουλούδια
Τραγούδια, τραγούδια
ειν' όσα μου λες»

Κι εκεί που εχαιρότανε,
κι εκεί που την πιάνει
με μιάς τηνε χάνει
«Παιδί μου, μην κλαίς!»

Κι ακολουθεί άλλο ένα διαφορετικού κλίματος ποίημα που ξεφεύγει εντελώς από το ρομαντικό πνεύμα της εποχής του ποιητή.
(Ανεπίγραφο)
Μιαν ημέρα που δεν είχα άλλο τίποτε να κάμω
βγαίνοντας από ένα γάμο
με τζ' ιδέες άνω κάτω
χωρίς κεφαλή και πάτο,
μοναχός αγάλη αγάλη
με την κάψα τη μεγάλη
ακολουθών το μονοπάτι, κωλοσέρνοντας το σώμα,
εξαπλώθηκα στο χώμα
αποκάτου σ' έναν ήσκιο άντικρυ σε μια σπηλιά
Ολοτρόγυρα καμία δεν ακούετο μιλιά…
Χίλιοι, μύριοι τζιτζίκοι, σαν καν να είχαν ζουρλαθή,
ελαλούσαν όλοι αντάμα - Έλεγες πως μ' ένα θάμα
είχαν όλοι μαζωθή εδ' εκεί
του Ιουνίου οι μεγάλοι φοβεροί πολιτικοί
Η μανία των τζιτζίκων διεπέρασε κι εμένα
και κουνώντας τον αυχένα
ήρχισα κι εγώ να κράζω
και σαν σκύλος να φωνάζω
για τα πράγματα τζ' ημέρας. Κ' επειδή δεν ημπορούσα,
σαν με τάραξεν η μούσα
της πολιτικής του κόσμου, παρά ευθύς να μελετήσω
δυο ονόματα μεγάλα
το καθέν σαν μια βουβάλα
τι μου εσυνέβη, φίλοι,
άμα τα έβγαλα απ' τα χείλη
είναι πράμα που καθένας να πιστέψει δεν μπορεί!
Τα ονόματα τα δύο, που πρόφερα εκεί,
είναι Δέβερτον και Φρέζαρ , Σας ορκίζω ήμουν μόνος,
κι άμα επρόφερα το μέγα όνομα του Δεβερτόνος,
η ηχώ μου απεκρίθη όνος, όνος, όνος, όνος
Τότε ανέφερα συγχρόνως
και το όνομα του Φρέζαρ,
κ' η ηχώ η ζαλισμένη μ' απεκρίθη ζαρ και ζαρ
Εστοχάσθηκα στο πρώτο πως θα ήτανε κρυμμένος
εκεί κάποιος ριζοσπάστης παλαβός ή μεθυσμένος,
κι ενώ έτρεχα με ζάλη την καρδιά να του ξεσχίσω
και πρεπόντως να εκδικήσω
τα ονόματα του Φρέζαρ, του μεγάλου Δεβερτόνος,
η ηχώ περιγελούσα μ' απεκρίθη ζαρ και όνος.
Τότε τα ‘μασα τρεχάτα
σαν ζεματισμένη γάτα,
κι από εκείνον τον καιρό
έγινα με το στανιό
ριζοσπάστης κι εγώ
και να μην ακούω πλέον να γελά μ' εμέ κι η ηχώ.

Θα παρατηρήσει κανείς την έντονα ειρωνική διάθεση απέναντι στα δήθεν μεγάλα ονόματα και ένα καυστικό χιούμορ που δεν συναντά κανείς στα ποιήματα της εποχής του.

  1  Προφανώς αναφέρεται σε κάποιο γεγονός της εποχής του
  2  Σημαίνοντες πολιτικοί της εποχής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου