Η λογοτεχνία του φανταστικού οφείλει το μεγαλύτερο μέρος της γοητείας στο συναίσθημα νοσταλγίας που προκαλεί στον αναγνώστη - κάτι σαν επιστροφή στην 'παιδική' ηλικία της ανθρωπότητας. Πρόκειται φυσικά για μια διαστρεβλωμένη οπτική, από την οποία ελάχιστα μόνο έργα κατάφεραν να αποστασιοποιηθούν. Η παιδική ηλικία της ανθρωπότητας (αν υποθέσουμε ότι αυτή υπήρξε) τοποθετείται πολύ πριν την όποια ιστορική γνώση διαθέτουμε και μόνο οι πιο υποψιασμένοι αναγνώστες θ' αναγνωρίσουν στα στοιχεία που χρησιμοποιεί το φανταστικό, τις απόλυτα χρηστικές ιδιότητές τους. Η μαγεία υπήρξε κάποτε ό,τι ονομάζουμε σήμερα επιστήμη, χωρίς να είναι ούτε λιγότερο επιτυχημένη, ούτε λιγότερο τεκμηριωμένη (όσοι θεωρούν αυτή την άποψη ακραία, μπορούν ν' αναρωτηθούν τι σημαίνουν τα "αξιώματα" κι από που προκύπτουν). Οι διάφορες θεότητες, οι χώροι ταμπού, οι τελετουργίες και τα έθιμα, ήταν απαραίτητα απολύτως λειτουργικά στοιχεία της κάθε κοινωνίας και μόνο η ανάδυση καινούριων αναγκών, τα ώθησε στο χώρο των "συμβόλων" και την αντικατάστασή τους από άλλα, πιο ταιριαστά στις νέες απαιτήσεις. Σπανιώς φυσικά φθάνει κανείς στο συμπέρασμα αυτό, διαβάζοντας μόνο τη λογοτεχνία του φανταστικού. Οι 'εναλλακτικοί κόσμοι' που μας προσφέρει, συγγενεύουν περισσότερο με την ασφάλεια των παραμυθιών και τις κρυμμένες αλήθειες που αυτά περιέχουν, παρά με μια ανατρεπτική θέαση του κόσμου, όπου αναζητούνται καινούριες προοπτικές. Το φανταστικό στερεώνει κατ' ουσία το ήδη γνωστό, που πιθανότατα έχει λησμονηθεί ή παραμεριστεί.
Η επιστημονική φαντασία (αν την διαχωρίσουμε προς στιγμήν και για τις ανάγκες του άρθρου από το υπόλοιπο σώμα του φανταστικού) ήρθε προσπαθώντας ν’ ανατρέψει την αντίληψη ότι η ανθρώπινη ψυχή παραμένει στο βάθος της αναλλοίωτη κι ουσιαστικά ανεπηρέαστη από την πολιτισμική πραγματικότητα της κάθε εποχής. Παιδί του διαφωτισμού και της καλπάζουσας επιστημονικής θεώρησης του κόσμου, ξεκίνησε ως ένα ρεύμα κατά βάση αισιόδοξο, πρόθυμη να διακηρύξει την πίστη της στον άνθρωπο, ο οποίος με τη βοήθεια του λογικού του θα έπαιρνε επί τέλους τη μοίρα του στα χέρια του για να πραγματοποιήσει την ουτοπία του. Ο Ιούλιος Βερν και μετέπειτα συγγραφείς που προηγήθηκαν αλλά κι ακολούθησαν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο όπως ο Ασίμωφ κι ο Κλαρκ, ονειρεύτηκαν τα μεγάλα ταξίδια της γνώσης και της περιπλάνησης του ανθρώπου σε όλο το σύμπαν. [Δεν έλειψαν βέβαια και τερατογενέσεις από το αδέξιο πάντρεμα επιστημονικής κι ηρωικής φαντασίας, όπου γράφτηκαν γελοίες ιστορίες κατά τις οποίες, ο ήρωας κατέβαινε από το διαστημόπλοιο κι ορμούσε να εξερευνήσει το νέο πλανήτη ημίγυμνος, με το σπαθί στο χέρι.] Ήταν οι χρυσές εποχές των τεχνολογικών θαυμάτων, των πρώτων ταξιδιών στο διάστημα. Όπως όμως όλα τα ρεύματα της λογοτεχνίας, η επιστημονική φαντασία δεν έμεινε ανεπηρέαστη από τις κοινωνικές κι ιστορικές εξελίξεις. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, η ατομική βόμβα, ο ψυχρός πόλεμος κι η εργασιακή υποδούλωση του ανθρώπου στις μηχανές (οι οποίες υποτίθεται ότι θα τον απελευθέρωναν), μετέτρεψαν γρήγορα τις ουτοπίες σε δυστοπίες. Τα ταξίδια του ανθρώπου-πιονέρου, αντικαταστάθηκαν από κοινωνικούς εφιάλτες με θέματα τη μόλυνση, τον ολοκληρωτισμό, τα ναρκωτικά, τη γενετική, την εισβολή του ψηφιακού κόσμου στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Όλη η αισιοδοξία μετακόμισε γι ακόμη μια φορά στο παλιό, καλό κι αφελή μεταφυσικό κόσμο της ηρωικής φαντασίας, στη μαγεία και τη νοσταλγία ιστοριών μεσαιωνικού τύπου.
Μία ακόμη σημαντική - αλλά όχι πάντοτε εμφανής - διαφορά της επιστημονικής φαντασίας από τα άλλα είδη του φανταστικού, είναι ότι η επιστημονική φαντασία υποκύπτει πολύ συχνά σε μια λιγότερο ή περισσότερο έμμεση ηθικολογία, επιχειρώντας ν’ αναιρέσει την αμηχανία με την οποία ο σύγχρονος άνθρωπος αντιμετωπίζει τα τεχνολογικά επιτεύγματα. Από την εποχή του Καντ ακόμη, το ‘νεωτερικό συμβόλαιο’ επιτάσσει ότι Γνωσιολογία, Ηθική κι Αισθητική δε μπορούν να αξιολογηθούν παρά η κάθε μία σύμφωνα με τους εσωτερικούς της κανόνες και ποτέ σύμφωνα με τις άλλες. Μια δυσβάσταχτη αναγκαιότητα την οποία η επιστημονική φαντασία προσπάθησε ν’ αναιρέσει, παντρεύοντας μέσω της τέχνης, την ηθική με την τεχνολογία (την εφαρμοσμένη γνωσιολογία δηλαδή), προβλέποντας συχνά με εντυπωσιακή ακρίβεια τις επιπτώσεις της προόδου στην ανθρώπινη ζωή, αλλά ασφαλώς και προς μεγάλη της λύπη, αδυνατώντας να τις αποτρέψει. Φυσικά, από τις παραπάνω γενικές διαπιστώσεις εξαιρούνται τα λίγα αριστουργήματα, τα οποία χρησιμοποίησαν όλα τα παραπάνω 'λαϊκά' είδη ως προσχήματα για να γραφούν έργα με βαθύ φιλοσοφικό κι υπαρξιακό περιεχόμενο, ξεφεύγοντας από τα στερεότυπα και τις απαιτήσεις των fans. Είναι αλήθεια ότι η επιστημονική φαντασία δανείζεται όλο και περισσότερο το υλικό της, όχι πια από την επιστήμη, αλλά από την κοινωνιολογία και τη φιλοσοφία, θέτοντας με μια σχετικά απλοϊκή αλλά σίγουρα εμφατική μορφή, ζητήματα όπως αυτό του είναι και του φαίνεσθαι, τη σχέση παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος, της ταυτότητας κ.α. Ομοίως η φανταστική λογοτεχνία αντλεί από την ιστορία, την ιστορία της θεολογίας και την ανθρωπολογία.
Υπάρχουν και διαφορές οι οποίες πηγάζουν από τις ομοιότητες. Έχει λεχθεί, τόσο για τα είδη της ηρωικής φαντασίας, όσο και για την επιστημονική φαντασία, ότι και στις δύο περιπτώσεις έχουμε να κάνουμε με "λογοτεχνίες φυγής", προορισμένες κυρίως για εφήβους. Ότι όπως οι ιστορίες τρόμου προσφέρουν μια μορφή ψυχολογικής 'κάθαρσης', ομοίως και τα παραπάνω λειτουργούν ως αγχολυτικά απέναντι σε μια καταπιεστική πραγματικότητα. Ασφαλώς θα ήταν κακόβουλος όποιος θα υιοθετούσε πλήρως μια τέτοια άποψη, αλλά από την άλλη αφελής αν την απέρριπτε ολοκληρωτικά. Ειδικά η επιστημονική φαντασία αποτελεί ένα από τα πιο δυναμικά κομμάτια της λογοτεχνίας στις μέρες μας, το πλέον ριζοσπαστικό κι ελπιδοφόρο, αν και πρέπει να έχουμε πάνοτε υπ' όψη μας, ότι είναι η ποιότητα των συγγραφέων που αναδεικνύει ένα λογοτεχνικό είδος. Γι αυτό και στις αρχές του 21ου αιώνα, η επιστημονική φαντασία έχει, με ελάχιστες εξαιρέσεις, περιοριστεί σε καταγγελτικό ρόλο, περιγράφοντας ζοφερές κοινωνικές εικόνες, απόρροια της μηδενικής εμπιστοσύνης που απολαμβάνει πλέον το ανθρώπινο είδος από τους συγγραφείς της. Οι νεράιδες και τα τελώνια έχουν από την άλλη μεριά κάθε λόγο να χαμογελούν και να ελπίζουν σε μια (αν και όχι ορατή στο προσεχές μέλλον) επάνοδό τους – η ανθρώπινη φύση αρνείται να στερηθεί το κομμάτι της αισιοδοξίας και του φόβου που φέρει μέσα της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου