Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

Επτανησιακή ποίηση του 19ου αιώνα: Σολωμός και Κάλβος

ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η μελέτη αυτή διερευνά την ποιητική τέχνη, θεματική και γλώσσα της Επτανησιακής Ποίησης του 19ου αι. και ειδικότερα δυο από τους σημαντικότερους αντιπροσώπους της Επτανησιακής Σχολής:
     α) το Διονύσιο Σολωμό και το Γ΄ Σχεδίασμα των «Ελεύθερων Πολιορκημένων». Οι  «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» είναι το κορυφαίο ποιητικό σύνθεμα, το οποίο τον απασχόλησε στο μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του (κυρίως στην περίοδο 1834-1847).
     β) τον Ανδρέα Κάλβο και την ωδή του «Ο Ωκεανός». Πρόκειται για την δέκατη ωδή της συλλογής του Λύρα την οποία εξέδωσε στην Γενεύη (1824).
     Οι δυο ποιητές, όπως και οι περισσότεροι επτανήσιοι λογοτέχνες της γενιάς τους, έζησαν και σπούδασαν στην Ιταλία. Επηρεάστηκαν έντονα από τον παλαιότερο ιταλικό νεοκλασικισμό, τις φιλελεύθερες ιδέες που συγκλόνιζαν τότε όλη την Ευρώπη (Γαλλική Επανάσταση) και το σύγχρονό τους ρομαντισμό. Και οι δυο ποιητές ήταν δίγλωσσοι. Η ελληνική Επανάσταση ήταν το ιστορικό γεγονός, το οποίο τους έστρεψε στην ελληνική ποίηση.

ΕΝΟΤΗΤΑ Α΄. Ο ΚΑΛΒΟΣ ΚΑΙ Ο «ΩΚΕΑΝΟΣ»
Α1. ΘΕΜΑΤΙΚΗ
    Ο Ωκεανός είναι αγωνιστικό και παραινετικό ποίημα. Ο Κάλβος αντλεί το θέμα του, όπως και στις υπόλοιπες ωδές του, από την Ελληνική Επανάσταση. Σε αυτό συμπυκνώνει και εξεικονίζει την ιστορία της σκλαβωμένης Ελλάδας, με τη μετάβαση «από το χάος μιας γενικής κοσμογονίας στην επαναστατική «ηρωογονία» της εποχής. O ποιητής ονομάζει τη σκλαβιά «νύκτα δουλείας, νύκτα αιώνων»1 και την παρομοιάζει με την κοσμογονική κατάσταση μιας νεκρικής νύχτας που απλώνεται σε γη και ουρανό. Όπως η ζωογόνος αυγή διαδέχεται την νύχτα, έτσι και η νύχτα δουλείας τερματίζεται με τη λυτρωτική μεσολάβηση της θεϊκής Ελευθερίας2, η οποία επιφέρει την αναγέννηση στο χώρου του Αιγαίου και το ξέσπασμα της επανάστασης3. Ο ποιητής δίνει ευχές και προτροπές στους επαναστατημένους ανδρείους νησιώτες, οι οποίοι με τη βοήθεια του θεού, κατορθώνουν τις ναυτικές νίκες του 1822.
     Η ωδή αναπτύσσεται με τη θεματική αντίθεση ελευθερία-τυραννία η οποία αναλύεται σε αντιθέσεις καταστάσεων που συμβολίζουν τα δυο μέλη του αντιτιθέμενου ζεύγους: νύχτα - αυγή, φως-σκότος, ομορφιά-βαρβαρότητα, ηρωισμός-δειλία.
     Ο Κάλβος με την αγωνιστική αυτή ωδή, θέλησε να εκφράσει τα πατριωτικά του αισθήματα, να ενισχύσει το φρόνημα των αγωνιζόμενων συμπατριωτών του αλλά και να  διακηρύξει στο ευρωπαϊκό φιλελληνικό κίνημα το ιδεώδες της εθνικής αποκατάστασης των Ελλήνων.

Α2. ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΑ
     Το ποίημα είναι αυτοτελές, μακροσκελές και ανομοιοκατάληκτο.  Επισημαίνουμε τη χρήση πολλών λόγιων στοιχείων, τα οποία προσδίδουν στο ύφος του μεγαλοπρέπεια. Τα διάφορα σχήματα λόγου, ο εκφραστικός πλούτος και η εικονοπλαστική ικανότητα του ποιητή προσδίδουν στο ποίημα τον υψηλό λυρικό του τόνο. Η ισορροπημένη αρχιτεκτονική  στη δομή του, η πυκνότητα νοημάτων και ιδεών του προσδίδουν την υψηλή καλλιτεχνική του στάθμη.
     Ο ποιητής εγκωμιάζει αρετές και ιδέες που γέννησε το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και είναι διαχρονικές: Ελευθερία- Πατρίδα- αγωνιστικό πνεύμα- δίκαιο-ηρωισμός. Συνδέει το ηρωικό παρελθόν των Ελλήνων με το αγωνιστικό παρόν4: Για να επιτύχει τη σύνδεση αυτή, χρησιμοποιεί κλασικιστικές εικόνες και μυθολογικές αναφορές.5 Χρησιμοποιεί τη λύρα (αρχαίο μουσικό όργανο), η οποία ως προσωποποιημένη Μούσα θα δοξάσει τους ήρωες της Επανάστασης6, και τη δάφνη. Με τη δάφνη θα στεφανωθούν οι ήρωες της επανάστασης, ακριβώς όπως στεφανώνονταν  οι ήρωες πρόγονοί τους.7
     Η ποιητική τέχνη του Κάλβου είναι σμιλεμένη στο εργαστήρι του ιταλικού νεοκλασικισμού και  επηρεασμένη από τις φιλελεύθερες ιδέες που συγκλόνιζαν τότε όλη την Ευρώπη (Γαλλική Επανάσταση). Η ωδή αυτή αν και αφιερωμένη στην υπόθεση του αγώνα, όπως άλλωστε και οι υπόλοιπες ωδές του, επικαλείται το αρχαίο ελληνικό μοντέλο για έναν υψηλότερο στόχο. Στόχος του ποιητή είναι η αναγωγή της επανάστασης σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο ιδεών. Σκοπός του, να εκφράσει όχι μόνο την αγάπη του για την πατρίδα και τη στήριξή του στον δίκαιο αγώνα των συμπατριωτών του, αλλά και τη στήριξή του σε κάθε δίκαιο εθνικό αγώνα: «την κόμην πάντα ο θρίαμβος/ στέφει των υπέρ πάτρης/κινδυνευόντων».8
     Αντιλαμβανόμαστε τον άκρατο ιδεαλισμό και τη δραματοποιημένη ένταση που διαπνέουν το ποίημα. Την προσφυγή του ποιητή στη φύση9, τη χρήση οραματικών καταστάσεων (π.χ. η νύχτα κοσμογονίας) για την έκφραση συναισθημάτων, ψυχικών καταστάσεων και προβλημάτων. Μέσα στο ποίημα ο Κάλβος εκφράζει τα συναισθήματά του (ποιητικό «εγώ»): «Ωκεανέ, πατέρα/των χορών αθανάτων,/άκουσον την φωνήν μου,/και της ψυχής μου τέλεσον/τον μέγαν πόθον».10 Πρωτοτυπεί ως προς την μετρική (καλβική στροφή), αρνείται την ομοιοκαταληξία. Η μετρική του εμπεριέχει, δυνάμει, όλες τις τολμηρές δυνατότητες του ελεύθερου στίχου.11 Σ' όλα αυτά τα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά  διακρίνουμε την επιρροή του ρηξικέλευθου ρομαντισμού.
     Η εμφανής στον «Ωκεανό» σύζευξη και η εξισορρόπηση των δυο αυτών ρευμάτων (του νεοκλασικισμού και του ρομαντισμού ), ήταν ο κύριος διαμορφωτικός παράγοντας  της ποιητικής όχι μόνο του Κάλβου αλλά και ολόκληρης της επτανησιακής ποίησης του 19ου αι.

Α.3. ΓΛΩΣΣΑ    
     Η γλώσσα του ποιήματος είναι μικτή, περισσότερο λόγια (λόγω της κλασικής παιδείας του Κάλβου), και ανυπότακτη σε γραμματικούς κανόνες. Η καθαρεύουσα είναι εμπλουτισμένη με αρχαϊστικούς και δημώδεις τύπους. Είναι διακριτή η χρήση:
α) αρχαιοελληνικών λέξεων και εκφράσεων λ.χ. εμβόλια, ηώα κάγκελα, η ώραι ανοίγουσιν,  λελυπημένα, πεφιλημένα, εκβαίνουν, κ.ά.
β) λέξεων με αρχαιόπρεπες καταλήξεις λ.χ. καταφρονούσι, πετάουσι, σιγαλέα, κ.ά.
γ) σπάνιων λέξεων  λ.χ. το Εύα καλά, ήρεμων, αμιλλητήρια πέταλα κ.ά.
δ) δημωδών τύπων π.χ. σκοτιάν, ακάμαντα άλογα, κλαγγή, ατρέμητα κ.ά.
     Πηγές της έμπνευσης του Κάλβου ήταν η αρχαία και ευρωπαϊκή λογοτεχνία, τα θρησκευτικά κείμενα, τα δημώδη μεσαιωνικά κείμενα, η κρητική λογοτεχνία, το δημοτικό τραγούδι. Παρά τη στροφή του στην ελληνική ποίηση, ο Κάλβος είναι ο μόνος επτανήσιος ποιητής, ο οποίος δεν υιοθέτησε τη δημοτική γλώσσα. Γράφει όπως είδαμε σε μια γλώσσα ιδιότυπη, για την οποία έχουν διατυπωθεί αρκετές θεωρίες.12 Αναγνωρίζουμε στην ιδιότυπη γλωσσική του τεχνική, την προσπάθειά του μέσα  από τη γλώσσα του, να θέσει το αίτημα της σύνθεσης μιας λογοτεχνικής διαλέκτου ικανής να συνενώσει το παρελθόν και το μέλλον της ελληνικής γλώσσας σε ένα λειτουργικό σύνολο.13

ΕΝΟΤΗΤΑ B΄.  Ο ΣΟΛΩΜΟΣ & ΟΙ «ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ»
Β. 1. ΘΕΜΑΤΙΚΗ
     Το ιστορικό πλαίσιο του συνθέματος είναι πατριωτικό.  Ο Σολωμός αντλεί το θέμα του από την β΄ πολιορκία του Μεσολογγίου και την ηρωική έξοδο των πολιορκημένων (1826). Όταν γράφει το σχεδίασμα που εξετάζουμε (έχουν προηγηθεί άλλα δυο), το γεγονός της πολιορκίας είναι αρκετά χρόνια πίσω.  Ο ποιητής ευρισκόμενος στην ακμή της ωριμότητάς του (κερκυραϊκή περίοδος 1833 κ.ε.)14  εστιάζει το θέμα του στον πνευματικό αγώνα που έδωσαν οι πολιορκημένοι. Στο επεισόδιο «ο Πειρασμός»15 καταγράφει τις δοκιμασίες που πρέπει να υπερπηδήσουν:
     Ο Σολωμός χρησιμοποιεί ένα σύστημα αντιθέσεων πάνω στο οποίο οικοδομεί το περιεχόμενο του ποιήματος: «Έργα και λόγια, στοχασμοί, -στέκομαι και κοιτάζω-» 16, «Εκείθε με τους αδελφούς, εδώθε με τον χάρο».17 Παρατηρεί τους πολιορκημένους να οδεύουν προς το θάνατο και συνάμα την ωραιότητα της φύσης και της ζωής, να αναβρύζει σε όλα τα όντα, ενώ η μάχη διεξάγεται αδιάκοπα και με μεγάλη ένταση: «Μες στα χαράματα συχνά, και μες στα μεσημέρια…Αραπιάς άτι, Γάλλου νους, βόλι Τουρκιάς, τόπ΄  Άγγλου!».18
     Ο Σολωμός παρουσιάζει με απαράμιλλη εικονοπλαστική ικανότητα το κάλεσμα της ανοιξιάτικης φύσης: «Έστησ'  ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη».19  Χρησιμοποιεί στις εικόνες αυτές την αίσθηση της κίνησης και της ακινησίας για να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα υποβλητική, μαγείας. Προχωρά και πέρα από τις εξωτερικές εικόνες, στον μυστηριακό κόσμο της φύσης, για να εισχωρήσει   βαθιά στα μυστικά της. Τοποθετεί τον εαυτό του με έμμεσο τρόπο στο όλο σκηνικό: «Αλαφροΐσκιωτε καλέ, για πες απόψε τι' δες; Νύχτα γιομάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια!».20 «Αλαφροΐσκιωτο», θεωρεί, τον άνθρωπο (ποιητή) πού μπορεί να «δει» και να «πει» τα «θαύματα» και τα «μάγια», με τα οποία είναι γεμάτη αυτή η νύχτα. Έρχεται πριν την εμφάνιση της «φεγγαροντυμένης» που αναδύεται από τη λίμνη (χρήση οραματικών καταστάσεων).21
     Το επεισόδιο του μαγέματος της φύσης, επίμονα από τον Σολωμό επεξεργασμένο, εμφανίζει την φύση, ως την άλογη δύναμη που έρχεται με το κάλεσμά της να φέρει τη δειλία και το δισταγμό στις ψυχές των πολιορκημένων.22
      Ο Σολωμός με το Γ΄ σχεδίασμα των «Ελεύθερων Πολιορκημένων», προσδίδει σε ένα θέμα αμιγώς εθνικό την υψηλότερη πνευματική του διάσταση.  Η ελευθερία κατ' αυτόν είναι κατάκτηση της ανθρώπινης βούλησης. Οι Μεσολογγίτες είναι «Ελεύθεροι-Πολιορκημένοι», γιατί σ' όλο το διάστημα της πολιορκίας και σ' όλες τις μορφές της, κατόρθωσαν ουσιαστικά να βγουν νικητές σε μια πάλη εσωτερική, επιλέγοντας τον αγώνα από την παράδοση, την αυτοθυσία από την υποχώρηση, την ηθική ελευθερία από την δουλεία.

Β.2. ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΑ
      Το ποίημα είναι αφηγηματικό, μακροσκελές και αποσπασματικό. Το ύφος του είναι γλαφυρό, αναπτύσσεται κυρίως με δραματικά και λυρικά στοιχεία. Δεν εντοπίζουμε κλασικιστικά στοιχεία παρά μόνο στο προοίμιο.23 Ο Σολωμός όπως και άλλοι ποιητές πρόγονοί του (π.χ. ο Όμηρος) κάνει επίκληση στη μούσα του, την «μεγαλόψυχη Μητέρα». Το πρόσωπό της ταυτίζει με την Μητέρα όλων των Ελλήνων: την Πατρίδα- Ελευθερία. Αυτή αποτελεί την πηγή της έμπνευσής του, γι' αυτό την παρακαλεί ν' ακούσει τη φωνή της για να την καταγράψει και να τη χαρίσει στον ελληνικό κόσμο. Το απόσπασμα αυτό, μπορεί να θεωρηθεί, δείγμα της νεοκλασικιστικής επίδρασης στο έργο του Σολωμού, η οποία όμως, ήταν εντονότερη στα ποιήματα της Ζακυνθινής περιόδου (1818-1828)24.        
     Αναγνωρίζουμε τη μεγάλη ικανότητα του Σολωμού να προκαλεί αισθητική συγκίνηση στον αναγνώστη, με τις ιδέες αλλά και τις εικόνες που επεξεργάζεται στους στίχους του. Από τη μια η ελληνική φύση και οι δισταγμοί που προκαλεί  η ωραιότητά της στις ψυχές των πολιορκημένων, από την άλλη η ελληνική σημαία που ο στύλος της φανερώνεται σαν ήλιος, ο σταυρός, κι ολόγυρα, ο «όμορφος αέρας της ανδρείας». Όλα στην εικόνα είναι εμψυχωμένα (ακόμα κι ο ουρανός καμαρώνει και η γη χειροκροτεί.25 Εκεί βρίσκεται κι η ψυχή του πατριώτη - ποιητή (ποιητικό «εγώ»). Απ' το βαθύτερο «είναι» της αναφωνεί: «Όμορφη, πλούσια, κι άπαρτη, και σεβαστή, κι  αγία!»,26 κι εννοεί την ψυχή του μεσολογγίτη αγωνιστή και κατ' επέκταση κάθε ανθρώπου που αγωνίζεται για την πατρίδα και την ελευθερία του, σωματική και πνευματική. Το νόημα της αυτοθυσίας είναι  παρόν στην σκέψη και την ψυχή του Σολωμού, συνεχώς βαθαίνει και πλαταίνει κι από την πάλη αυτή ξεπηδά ο λόγος του αλληγορικός: «Κόψ'  το νερό στη μάνα του, μπάσ'  το στο περιβόλι στο περιβόλι της ψυχής το μοσχαναθρεμμένο».27
      Διακρίνουμε την οργανική ανάπτυξη του ποιήματος, την αρμονία στο ρυθμό, την απαράμιλλη λυρικότητα..  Την παρουσία και την έκφραση των συναισθημάτων του Σολωμού μέσα στο ποίημα, την δραματική πλευρά της ανθρώπινης ύπαρξης, την πυκνότητα των νοημάτων και ιδεών. Όλα αυτά τα στοιχεία, μας παραπέμπουν στην τεχνοτροπία ενός καθαρά ρομαντικού ποιήματος, το οποίο  έχει τις ρίζες του στην μαθητεία του Σολωμού, στα έργα των ευρωπαίων κυρίως γερμανών ρομαντικών ποιητών.28    
      Η παρεμβολή των στοχασμών του ποιητή ανάμεσα στα αποσπάσματα ανταποκρίνεται στην πίστη των ρομαντικών για τη σύζευξη της φιλοσοφίας με την τέχνη. Ο Σολωμός υπερβαίνει τα όρια της ιστορικότητας και μεταδίδει αξίες με πανανθρώπινη και πάντα επίκαιρη σημασία. Δημιουργεί με αυτό τον τρόπο, ένα αξεδιάλυτο κράμα ποίησης και φιλοσοφίας.
      Ακόμα και το χαρακτηριστικό της αποσπασματικότητας, αποτελεί σύμφωνα με τον Βελουδή «την έκφραση της ρομαντικής αισθητικής, η οποία αντιλαμβάνεται την καλλιτεχνική δραστηριότητα ως μια δημιουργική διαδικασία (δημιουργικό γίγνεσθαι»).29

Β.3.  ΓΛΩΣΣΑ
      Το ποίημα είναι γραμμένο σε πλούσια, ζωντανή και χυμώδη δημοτική η οποία αναμειγνύεται με αρκετούς ιδιωματικούς τύπους. Ο Σολωμός αξιοποιεί προϊόντα της λαϊκής παράδοσης, με τη χρήση λέξεων παρμένων από τη ντοπιολαλιά λ.γ. αθάνατα ποδάρια, πούλουδα, κιλαϊδισμός, ούλα, πιθυμιά, κορασιά, , κλει, π'λάκια κ.ά.. Δεν αναζητά μόνο σπάνιες λέξεις (λ.χ. γιοφύλλι), ή πλάθει καινούργιες (λ.χ. νερομάνα, κοσμοφόρος, στρειδόφλουντσα, τρισεύγενα). Πλουταίνει και βαθαίνει το νόημα γνωστών λέξεων, καθώς φτιάχνει τις λυρικές του ενότητες: «Αλαφροΐσκιωτε καλέ, για πες απόψε τι' δες;».30 Εδώ σύμφωνα με την άποψη του Πολίτη, «ο Σολωμός μέστωσε τη λαϊκή λέξη αλαφροΐσκιωτος, δίνοντάς της την έννοια του ανώτερου ανθρώπου, εκείνου πού επικοινωνεί με τη μυστική δημιουργία της φύσης, του οραματιζόμενου   τις υπέρλογες αλήθειες, του ποιητή και του προφήτη». 31
      Η δημοτική ήταν εδραιωμένη στην συνείδηση των Επτανήσιων, ως η επικρατούσα νεοελληνική γλώσσα.  Η θεωρητική παίδευση του Σολωμού ήταν προσανατολισμένη στα διδάγματα του ρομαντισμού για τη λαϊκή δημιουργία. Επικαλούμενος το μοντέλο των δυτικών ευρωπαϊκών ομιλούμενων γλωσσών, προσεγγίζει την τεχνική του ανομοιοκατάληκτου δημοτικού τραγουδιού. Με τον τρόπο αυτό, εφαρμόζει στη πράξη την θεωρία των ρομαντικών η οποία διακήρυττε ότι η ομιλούμενη γλώσσα του λαού πρέπει ν' αποτελέσει τη βάση της σύγχρονης γραπτής γλώσσας. Γι' αυτόν, ο αγώνας για την επικράτηση της δημοτικής ήταν ισότιμος με τον αγώνα για την εθνική ελευθερία.
      Όπως έγραψε ο Παλαμάς, ο Σολωμός «πρώτα υποτάσσεται στη γλώσσα του λαού, για να την υποτάξει και αυτός με την σειρά του».32 Βασισμένος στη λαϊκή γλώσσα, την πλούτισε και την εξευγένισε εσωτερικά, διεύρυνε το νόημα της κάθε λέξης, έτσι ώστε η γλώσσα να εκφράζει τα πιο λεπτά ιδεώδη και αισθήματα της ψυχής.33

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:
      Και στα δύο ποιήματα που διερευνήσαμε, εντοπίσαμε την παράλληλη απήχηση των δύο αντιτιθέμενων αισθητικών ρευμάτων, του νεοκλασικισμού και του ρομαντισμού, στην τεχνοτροπία της επτανησιακής ποίησης του 19ου αι.
      Ο Σολωμός και ο Κάλβος, λόγω της ελληνικής επανάστασης, έγραψαν τα ποιητικά τους συνθέματα στην ελληνική γλώσσα και με πατριωτικό περιεχόμενο. Κοινή θεματική έχουν και τα δυο ποιήματα που διερευνήσαμε: την αγάπη στην πατρίδα, την εξύμνηση και προώθηση των στόχων της ελληνικής επανάστασης.
      Ποιητές της ιδέας της ελευθερίας, της πίστης και της πατρίδας, άφησαν πίσω τους μια ποίηση σύμφωνη με τις απαιτήσεις της εποχής τους, υψηλή και  πάντα επίκαιρη. Κοινή ήταν και η πρόθεσή τους να απευθυνθούν στους τότε μορφωμένους ευρωπαίους προκειμένου να διαδώσουν τα δίκαια αιτήματα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων. Διαφέρει όμως ριζικά το ποιητικό ύφος, η γλώσσα και η τεχνοτροπία τους.    
      Ο Κάλβος  δεν βλέπει θνητά πάθη, πειρασμούς και δισταγμούς της ανθρώπινης ύπαρξης. Βλέπει αγωνίσματα ιδεών, υμνεί τον πατριωτισμό, την ηθική ιδέα. Ο Σολωμός καταπιάνεται με τους βαθύτερους προβληματισμούς της σύγχρονης αισθητικής και φιλοσοφικής σκέψης, αναζητά την ουσία της ελευθερίας, υμνεί το μεγαλείο του ανθρώπινου πνεύματος. Ο Σολωμός είναι ο πατριάρχης της ποίησής μας, μα και κατά κάποιο τρόπο ο συνεχιστής του δημοτικού τραγουδιού και τού Ερωτόκριτου. Ο Κάλβος  δεν συνεχίζει τίποτε. Είναι μια απότομη τομή μέσα στο χρόνο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου