Ο Καρτέσιος (Ντεκάρτ) αναζήτησε να θεμελιώσει τη γνώση και να εξασφαλίσει την ανάπτυξη της Επιστήμης στις πρώτες αναμφισβήτητες παρατηρήσεις που μπορούμε να κάνουμε. Για να φτάσει να βρει την αναμφισβήτητη 100% βεβαιότητα, ξεκίνησε, (με τη λογική των σκεπτικιστών) να αμφισβητεί το σύνολο των πληροφοριών και των γνώσεων που αποκτήθηκαν από την εμπειρία με οποιοδήποτε τρόπο. Έτσι έφτασε στην πιο φανερή αλήθεια που απόμεινε και αυτό ήταν το γεγονός ότι υπάρχουμε (σκέφτομαι και αμφιβάλλω, άρα υπάρχω). Ο Καρτέσιος παρατήρησε ότι η πιο φανερή αλήθεια δεν χρειαζόταν πολλές σκέψεις και ιδιαίτερη ανάλυση για να είναι αξιόπιστη. Η παρατήρηση αυτή και η απλή έκφρασή της στην οποία κατέληξε με προσωρινή αμφισβήτηση για όλα, είχε από μόνη της άμεση βεβαιότητα (πρόδηλη αλήθεια). Μάλιστα, από αυτή τη δυνατότητα να είμαστε βέβαιοι για ορισμένες αλήθειες χωρίς ιδιαίτερη ανάλυση και μακρόσυρτους συλλογισμούς, ο Καρτέσιος συμπέρανε ότι υπάρχει ένας "εγγυητής" που μας έχει εξασφαλίσει έναν λογικό κόσμο, έναν κόσμο που δεν μας εξαπατά και αντιθέτως μπορούμε να γνωρίζουμε τον εξωτερικό κόσμο με τη λογική σκέψη και με έμφυτες ιδέες, επάνω στις οποίες μπορούμε και βασίζουμε την Επιστήμη (ορθολογισμός).
Ο Edmund Husserl (Έντμουντ Χούσερλ, 1859-1938) δεν απομακρύνθηκε πολύ από αυτή τη συγκεκριμένη διαπίστωση του Καρτέσιου. Ακολούθησε την ορθολογική ερμηνεία που θεμελίωσε ο Καρτέσιος και ανέπτυξε μία φιλοσοφική θεωρία όπου η κεντρική άποψη, κάτω από άλλους όρους της έκφρασης, είναι η παρατήρηση της άμεσης "επαφής" που έχει η συνείδηση με τον εαυτό της (προθετικότητα) και την οποία αυτή διατηρεί ανεξάρτητα από το όποιο περιεχόμενό της. Η έμφαση που έδωσε στην άμεση σχέση της συνείδησης με τον εαυτό της και η "υποβάθμιση" του κόσμου σε τυχαίο φαινόμενο, αυτές, με απλά λόγια, αποτελούν τις κεντρικές ιδέες όλης της φιλοσοφίας του και τροφοδότησαν τις φιλοσοφικές προσπάθειες που χαρακτηρίζουμε με τον όρο "υπαρξισμό".
Ο Edmund Husserl ήταν επικριτικός στους εμπειριστές και στους σκεπτικιστές φιλόσοφους (στον Λοκ, στον Χιουμ, στον Μπέρκλεϋ, μερικοί όπως ο ίδιος αναφέρει ) οι οποίοι ξεκινούσαν με το δεδομένο ότι ήδη κατέχουμε αντικειμενική γνώση, γνώση των αντικειμένων όπως την αποκτάμε από τις αισθήσεις, χωρίς όμως να εξηγούν πως το πλήθος των πληροφοριών οργανώνεται και συσχετίζεται από διαδικασίες ψυχολογικές και λογικές, ένα γνωστό ζήτημα στη φιλοσοφία, από την αρχαιότητα. Κάπου εδώ, ο Husserl βρήκε το περιθώριο για να αναπτύξει τις δικές του σκέψεις, που μοιάζουν να έγιναν από αντίδραση στην ξέφρενη ανάπτυξη των επιστημών και στην εφαρμογή μιας ουδέτερης (αποστασιοποιημένης) λογικής στην περιγραφή των πραγμάτων.
Έτσι ο Husserl αξίωσε τη δημιουργία μίας Πρώτης Φιλοσοφίας, η οποία θα ήταν η Επιστήμη της συνείδησης και της σχέσης της με τον κόσμο (ο οποίος υπάρχει σαν πλήθος φαινομένων) και κατ' επέκταση θα ήταν η Επιστήμη που "ενοποιεί" αν όχι θεμελιώνει το σύνολο των επιστημών. Αυτός ήταν ο προορισμός της Φιλοσοφίας. Διότι, κάθε εμπειρία, η γνώση των πραγμάτων και η επιστημονική αλήθεια εξαρτώνται από το υποκείμενο της γνωστικής διαδικασίας (που είναι ο άνθρωπος) και από την τάση της συνείδησης να αποδίδει το δικό της ξεχωριστό νόημα στο περιεχόμενο της εμπειρίας. Δηλαδή, είναι απαραίτητο πρώτα να γνωρίσουμε το υποκείμενο και τον τρόπο που λειτουργεί με τη συνείδησή του και αυτό για να το επιτύχουμε, χρειάζεται ο "καθαρισμός" της συνείδησης από τα ιδιαίτερα ψυχολογικά γνωρίσματα και από το τυχαίο περιεχόμενο του φυσικού και του κοινωνικού κόσμου. Σε κατάσταση φυσικών και κοινωνικών περιορισμών και εξαναγκασμών, ο άνθρωπος δεν μπορεί να σκεφτεί και να κατανοήσει τον εαυτό του. Χρειάζεται να γίνει η αποδέσμευση από τον κόσμο των φαινομένων, που ονομάζουμε φυσική και κοινωνική πραγματικότητα και η απαλλαγή της συνείδησης από το "φορτίο" των εμπειριών. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται μια νέα και "καθαρή" προσέγγιση της πραγματικότητας. Με αυτή τη μέθοδο (της φαινομενολογικής αναγωγής) αποκαλύπτεται αμέσως η συνείδηση στον εαυτό της και η δική της ροπή να δίνει νόημα και ύπαρξη στα φαινόμενα.
Για τον Husserl η ουσία των πραγμάτων δεν είναι τα τυχαία φαινόμενα και οι σκέψεις που η νόηση συγκροτεί για αυτά, αλλά είναι η άμεση αποκάλυψη της συνείδησης στον εαυτό της. Η συνείδηση είναι βέβαιη για τον εαυτό της και για τα βιώματά της ανεξάρτητα από τη σύνδεσή τους με τα φαινόμενα, ενώ με τα φαινόμενα δεν παύει να στρέφεται στον εαυτό της. Η "Πρώτη Φιλοσοφία" που μπορούμε να αποκαλέσουμε και "φαινομενολογία" έχει για αντικείμενο αυτήν την ουσία κι όχι τα γεγονότα, σε αντίθεση με την Επιστήμη και συγκρούεται με τον εμπειρισμό, το θετικισμό και με την αποστασιοποιημένη λογική. Από την άλλη υποβαθμίζει το ρόλο της επιστημονικής προσέγγισης και την λογική σαν ξένες λειτουργίες της συνείδησης, που την αποξενώνουν από τον εαυτό της και της εμφανίζουν ένα κόσμο σαν άσχετο από την ίδια τη συνείδηση. Επίσης, η ανθρώπινη συνείδηση και ψυχή παρουσιάζονται στη θεωρία του σαν μεταφυσικές αρχές που υπάρχουν πριν από κάθε εμπειρία, που είναι όπως είναι ανεξάρτητα από τις σχέσεις τους με τον εξωτερικό κόσμο και θα μπορούσαν να απομείνουν χωρίς καμία πληροφορία και γνώση. Ο Husserl τελικά, δεν πρόσφερε στη φιλοσοφία νέες άγνωστες απόψεις ούτε τις σκέψεις που οδηγούν τα μεγάλα φιλοσοφικά ερωτήματα σε νέες λύσεις. Δεν γινόμαστε σοφότεροι για τα ηθικά ζητήματα, ούτε διαβάζουμε μια νέα άποψη για τη δημιουργία των πραγμάτων και κυρίως μάς προβληματίζει για το πόσο πρέπει να εμπιστευόμαστε τις αισθήσεις μας και για το νόημα της λογικής και για τα όρια στη χρησιμότητα της Επιστήμης. Όπως πολλοί σύγχρονοί του, επεξεργάστηκε τις προηγούμενες φιλοσοφικές παρατηρήσεις και τις γνωστές αντιπαραθέσεις, τόνισε ιδιαίτερα μερικές από αυτές τις παρατηρήσεις, τις αναδιατύπωσε, τις συμπλήρωσε με περισσότερες σκέψεις και συνετέλεσε στην καλύτερη αφομοίωσή τους, με το δυσνόητο τρόπο που συνήθως επιλέγουν οι φιλόσοφοι, ενώ θα μπορούσαν να εκφραστούν με απλούστερο λεξιλόγιο και για τα πράγματα με το πιο ιδιαίτερο όνομά τους.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου